Saturday, February 29, 2020

Διαφορετικότητα


Σε οικογένειες που υπάρχει  ένα παιδί με κάποια ιδιαιτερότητα είναι δύσκολο για τους γονείς να εξηγήσουν αυτήν τη διαφορετικότητα στα αδέλφια αλλά και στο ίδιο το παιδί.

Υπάρχουν περιπτώσεις  που τα αδέλφια χωρίς ιδιαιτερότητες θα παραπονεθούν γιατί λαμβάνουν λιγότερη προσοχή από τους γονείς τους. Είναι γεγονός ότι τα παιδιά με δυσκολίες συνήθως παρακολουθούν χρονοβόρα και πολυέξοδα θεραπευτικά προγράμματα ειδικής αγωγής. Αυτό από μόνο του μπορεί να εκλαμβάνεται ως ιδιαίτερη προτίμηση ή προσοχή.  Άλλες φορές οι γονείς αναθέτουν το ρόλο του «υπεύθυνου» ή του «βοηθού», στο παιδί χωρίς δυσκολίες. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να είναι πρακτικό ίσως και αναγκαίο, αλλά θα πρέπει και το ίδιο το παιδί να θέλει και να αποδέχεται με χαρά έναν τέτοιο ρόλο. Είναι επίσης σημαντικό να έχουν αναπτυχθεί σχέσεις αλληλοσεβασμού στην οικογένεια και το κάθε μέλος της να νιώθει ότι έχει τη στήριξη των υπολοίπων.

Για να δώσουμε στα παιδιά να καταλάβουν και να αποδεχτούν τη διαφορετικότητα, πρέπει πρώτα να δουν ότι και εμείς οι ίδιοι την έχουμε καταλάβει και αποδεχτεί ως ένα κομμάτι της πραγματικότητας. Το ό,τι κάποια χαρακτηριστικά είναι επιθυμητά, αποδεκτά, ή καλύτερα από κάποια άλλα, έχει να κάνει τόσο με την κοινωνία όσο και τις συνθήκες στις οποίες βρισκόμαστε. Το κάθε παιδί είτε ανήκει στο μέσο όρο, είτε διαφέρει με οποιοδήποτε τρόπο, αποτελεί ένα σύνολο. Η διάγνωση βασίζεται σε κάποια χαρακτηριστικά ενός παιδιού και δεν θα έπρεπε να χαρακτηρίζει το παιδί ως σύνολο. Τα παιδιά με την ίδια διάγνωση δεν είναι ποτέ όλα ίδια.

Πολλές φορές η διαφορετικότητα δημιουργεί αισθήματα ανασφάλειας, αφού σχεδόν πάντα συνοδεύεται από διαφορετική αντιμετώπιση. Τα παιδιά θέλουν να νιώθουν ότι ανήκουν σε μια ομάδα και αντιδρούν όταν δεν υπάρχει ομοιομορφία. Πρέπει λοιπόν να περάσει το μήνυμα ότι όλοι έχουν στοιχεία που τους διαφοροποιούν, αλλά και στοιχεία που τους κάνουν ίσους και όχι ίδιους. Όλοι έχουν δικαιώματα, ιδιαιτερότητες, ταλέντα αλλά και δυσκολίες. Όλοι χρειάζονται προσοχή ή θα χρειαστούν βοήθεια κάποια στιγμή σε διαφορετικό τομέα ο καθένας. Η σωστή αντιμετώπιση στη διαφορετικότητα δεν είναι η ίδια αντιμετώπιση προς όλους, αλλά η ίση αντιμετώπιση!

Εκτός από τη διαχείριση της διαφορετικότητας στην οικογένεια, υπάρχει και το θέμα της διαφορετικότητας στο σχολείο. Πολύ συχνά πλέον στα σχολεία φοιτούν παιδιά με διάφορες δυσκολίες. Υπάρχουν βέβαια και ειδικά σχολεία, όμως αυτά συνήθως απευθύνονται σε παιδιά με σοβαρές δυσκολίες. Τα τελευταία χρόνια συναντάμε όλο και συχνότερα παιδιά που ενώ ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού, είναι παιδιά υψηλής λειτουργικότητας που δεν χρειάζεται να φοιτήσουν σε ειδικές δομές. Ο αυτισμός είναι μια λέξη που άδικα τρομάζει πολλούς γονείς. Τα παιδιά με αυτή τη διάγνωση είναι τελείως διαφορετικά μεταξύ τους και μπορεί να έχουν από μια μικρή δυσκολία στην κοινωνική επαφή, μέχρι πιο σοβαρές δυσκολίες στη συμπεριφορά. Παιδιά ευαίσθητα, που αντιλαμβάνονται και σκέφτονται διαφορετικά από τους συνομήλικούς τους, αντιμετωπίζουν τους γύρω τους με αφοπλιστική ειλικρίνεια και κάποιες φορές έχουν πολλές δυνατότητες και σπάνιες ικανότητες. Είναι παιδιά που τις περισσότερες φορές ανήκουν στο χώρο του κανονικού σχολείου, έστω και αν μπορεί να χρειαστούν μια επιπλέον βοήθεια (παράλληλη τάξη/ στήριξη ή τάξη ένταξης). Δυστυχώς όμως καλούνται να προσαρμοστούν σε ένα σχολικό περιβάλλον που δεν είναι απαραίτητα δημιουργικό, αλλά αντίθετα είναι κάποιες φορές βαρετό, χαοτικό ή ακόμα και εχθρικό. Μπορεί να στοχοποιηθούν από τους συμμαθητές τους ή και τους άλλους γονείς, οπότε είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν εκπαιδευτικοί με σωστή κατάρτιση στον αυτισμό και θετική αντιμετώπιση ως προς την ένταξη των παιδιών αυτών.
https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/dialogoi/article/view/11965


Πολλοί γονείς παιδιών χωρίς δυσκολίες αναρωτιούνται αν είναι καλό να υπάρχουν παιδιά με ιδιαιτερότητες στην τάξη. Σίγουρα έχουν γίνει αρκετές έρευνες για το εάν η ένταξη στο σχολείο βοηθάει τα παιδιά με δυσκολίες και οι απόψεις είναι θετικές.

Αυτό όμως που ίσως οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν είναι ότι και τα παιδιά που δεν αντιμετωπίζουν κάποια δυσκολία μπορούν να ωφεληθούν από αυτήν τη συνύπαρξη. Φαίνεται ότι υπάρχουν σημαντικά οφέλη για τα παιδιά χωρίς δυσκολίες, χωρίς να επηρεάζεται η ποιότητα της εκπαίδευσης που τους παρέχεται.

Μέσα από τη συνύπαρξη τα παιδιά που δεν αντιμετωπίζουν δυσκολίες μπορούν να μάθουν:

  • να αποδέχονται τους άλλους

  • να νιώθουν άνετα ανάμεσα σε διαφορετικούς ανθρώπους

  • να μην κρίνουν επιφανειακά

  • να μην απορρίπτουν κάτι μόνο και μόνο γιατί δυσκολεύονται να το καταλάβουν

  • να παίρνουν ικανοποίηση από το γεγονός ότι μπορούν να βοηθήσουν κάποιον άλλο

  • να έχουν περισσότερη επιμονή και υπομονή

Οι γονείς θα ήταν καλό να ενθαρρύνουν την επαφή με καινούργια ερεθίσματα και διαφορετικούς ανθρώπους από πολύ νωρίς, από την παιδική χαρά και τον παιδότοπο. Η σωστή αντιμετώπιση, η αποδοχή και η κατανόηση της διαφορετικότητας είναι πολύ σημαντική για όλους. Ένα μεγάλο μέρος του ταξιδιού της ζωής είναι να μπορέσει κάποιος να μάθει νέες πτυχές του εαυτού του ακολουθώντας κάποια λιγότερο ταξιδεμένα μονοπάτια.


Η διαφορετικότητα μέσα από δραστηριότητες για το σπίτι ή το νηπιαγωγείο

Όταν έχουμε να κάνουμε με μικρά παιδιά καλό είναι να θυμόμαστε ότι μαθαίνουν ευκολότερα μέσα από το παιχνίδι και τη δράση. Μπορούμε να ξεκινήσουμε με απλές δραστηριότητες:

-Οργανώνουμε παιχνίδια στα οποία όλοι είναι ισότιμοι, ή βρίσκουμε ακόμα και δραστηριότητες στις οποίες θα υπερτερεί το παιδί με τη δυσκολία. 

-Τυπώνουμε φωτογραφίες από τα πρόσωπα των παιδιών και τις κόβουμε στη μέση κάθετα, δείχνοντάς τους τις διαφορές ανάμεσα στα δύο μισά του προσώπου, έτσι ώστε να δουν ότι ακόμα και εμείς οι ίδιοι έχουμε διαφορές.

-Υπάρχουν και ιστορίες που μπορούμε να φτιάξουμε αλλά και να διαβάσουμε γνωστά παραμύθια (όπως ο Ρούντολφ το ελαφάκι που δείχνει πόσο χρήσιμη μπορεί να είναι η διαφορετικότητα).

-Συζητάμε για  τις διαφορές αλλά και για τις ομοιότητες των παιδιών μεταξύ τους: από ποιο γράμμα που αρχίζει το όνομά τους, αν τους αρέσουν τα φρούτα ή τα λαχανικά, τι χρώμα έχουν τα μάτια τους κλπ.

-Βρίσκουμε κάποια θετικά αλλά και αρνητικά χαρακτηριστικά για κάθε παιδί και συζητάμε για το πώς νιώθουμε όταν μας σχολιάζουν αρνητικά και πώς όταν μας σχολιάζουν θετικά. Προσέχουμε εδώ να μη χρησιμοποιούμε ταμπέλες (έξυπνος, όμορφος, χοντρός), αλλά να εστιάσουμε σε συναισθήματα και δυνατότητες (τραγουδάει ωραία, είναι ευγενικός, είναι απρόσεκτος).

-Σε μια εκδρομή ή βόλτα στη φύση δοκιμάζουμε να δείξουμε πόσο διαφορετικά και όμορφα είναι τα αγριολούλουδα, τα πουλιά, τα δέντρα ή τα σύννεφα χωρίς όμως να είναι όμοια μεταξύ τους.

Έτοιμοι για το δημοτικό;;;



Πολλοί γονείς αναρωτιούνται κατά πόσο είναι έτοιμο ένα παιδί να κάνει τη μετάβαση στο νηπιαγωγείο και αργότερα το επόμενο βήμα στην Α’ Δημοτικού. Συχνά νιώθουν ότι το να καθυστερήσει ένα παιδί σε κάποια σχολική βαθμίδα θα είναι καταστροφικό και θα «χάσει» χρόνο.



Είναι πολλοί οι παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας και δεν μπορούμε να δώσουμε μία απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα. Υπάρχουν συγκεκριμένες δοκιμασίες σχολικής ετοιμότητας που σε συνδυασμό με τη συνολική εικόνα του παιδιού μπορούν να βοηθήσουν τους γονείς να πάρουν την απόφασή τους. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να εξεταστούν: η σωματική, κοινωνική και ψυχοσυναισθηματική ωριμότητα, καθώς και οι γνωστικές, λεκτικές και κινητικές δεξιότητες.


Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη μας εάν συνυπάρχουν αναπτυξιακές δυσκολίες ή αν κάποιο παιδί έχει γεννηθεί μετά τον Οκτώβριο κάποιας συγκεκριμένης χρονιάς και έτσι είναι σχεδόν ένα χρόνο μικρότερο από τα υπόλοιπα που έχουν γεννηθεί την ίδια χρονιά. Πιστεύω ότι τα παιδιά που εμπίπτουν σε αυτές τις δύο κατηγορίες θα βοηθηθούν εάν επαναλάβουν το νηπιαγωγείο. Το να καθυστερήσει ένα παιδί τη φοίτησή του στην Α’ Δημοτικού, δεν είναι ένδειξη αδυναμίας ή αποτυχίας. Εάν προχωρήσει είναι πολύ πιθανόν να πιεστεί αναίτια και να υπάρχει ένταση και στην οικογένεια, εφόσον θα μπει και η παράμετρος της καθημερινής μελέτης.


Η Α’ Δημοτικού είναι απαιτητική. Εάν ένα παιδί δεν τα καταφέρει, μπορεί να χρειαστεί να επαναλάβει τη σχολική χρονιά κάτι που μπορεί να είναι πηγή απογοήτευσης. Αντίθετα, η επανάληψη του Νηπιαγωγείου, ειδικά σε παιδιά που έχουν φοιτήσει και σε παιδικούς σταθμούς είναι συχνά ανώδυνη. Στις περιπτώσεις αυτές μπορούμε να πούμε στα παιδιά ότι είναι ακόμα μικρά και δεν μπορούν να προχωρήσουν στο Δημοτικό. Αυτή είναι μια εξήγηση που τη δέχονται πολύ εύκολα. Εάν ωστόσο χρειαστεί να επαναλάβουν την Α’ Δημοτικού ενδέχεται να βιώσουν έντονα την αποτυχία, μια και η δικαιολογία της ηλικίας δεν ευσταθεί στη συγκεκριμένη περίπτωση, εφόσον δεν μιλάμε για αλλαγή εκπαιδευτικού σταδίου αλλά ομαλή συνέχιση.


Σίγουρα όμως τα πράγματα περιπλέκονται όταν έχουμε να κάνουμε με παιδιά ανώριμα ή με αναπτυξιακές διαταραχές. Υπάρχουν πολλοί φορείς καθώς και επαγγελματίες διαφόρων ειδικοτήτων που μπορούν να συμβουλεύσουν τους γονείς.

Εάν το παιδί παρακολουθεί θεραπευτικά προγράμματα ειδικής αγωγής οι γονείς θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους την άποψη των θεραπευτών, οι οποίοι έχουν πληρέστερη εικόνα, εφόσον δουλεύουν μαζί σε εβδομαδιαία βάση. Η τελική απόφαση βέβαια θα είναι η απόφαση που θα πάρουν οι γονείς.

Saturday, February 8, 2020

Τι είναι το Πρόγραμμα Πρώιμης Παρέμβασης Portage;


Το Portage είναι ένα πρόγραμμα Οικογενειοκεντρικής Πρώιμης Παρέμβασης για παιδιά από τη βρεφική ηλικία ως και την ηλικία των 6 ετών. Οι γονείς (ή η και ευρύτερη οικογένεια) συμμετέχουν ενεργά στη θεραπευτική διαδικασία. Μαθαίνουν να αξιολογούν το παιδί, να θέτουν και να υλοποιούν εκπαιδευτικούς στόχους  με τη βοήθεια και τα υλικά που θα τους προτείνουν οι θεραπευτές.


Το Portage είναι ένα δομημένο πρόγραμμα  στο οποίο ο θεραπευτής βλέπει τα παιδιά στο σπίτι τους, ωστόσο μπορεί  να προσαρμοστεί και σε θεραπείες εκτός σπιτιού, σε κέντρα όπου υπάρχει διεπιστημονική ομάδα.  Απαραίτητη είναι πάντα η άμεση επαφή των γονιών με τη θεραπευτική διαδικασία και η επικοινωνία με τους θεραπευτές.

Περιλαμβάνει αξιολόγηση και συγκεκριμένη στοχοθεσία σε όλους τους αναπτυξιακούς τομείς:
  • τομέας κοινωνικής συμπεριφοράς (κοινωνικοποίηση, οργάνωση, κανόνες, παιχνίδι, οριοθέτηση)
  • γνωστικός τομέας ( εκμάθηση εννοιών, ανάπτυξη του νοητικού δυναμικού)
  • λεκτικός - επικοινωνιακός τομέας (κατανόηση λόγου, δομή και σωστή χρήση του λόγου, έκφραση, διήγηση, περιγραφή, διάλογος)
  • κινητικός τομέας (αδρή και λεπτή κίνηση)
  • τομέας αυτοεξυπηρέτησης (ρουτίνες φαγητού, ύπνου, τουαλέτας, ντύσιμο)

Ένα Ειδικό Παιδαγωγικό Πρόγραμμα για παιδιά με αναπτυξιακές δυσκολίες περιλαμβάνει συνήθως διάφορες θεραπευτικές παρεμβάσεις  όπως Λογοθεραπεία, Ειδική Αγωγή/Διαπαιδαγώγηση, Ψυχοπαιδαγωγική Παρέμβαση, Εργοθεραπεία. Μπορεί να εμπλακούν και άλλες ειδικότητες ανάλογα με τις ανάγκες του παιδιού και της οικογένειας.
Σε κάποια παιδιά μικρής ηλικίας που παρουσιάζουν δυσκολίες στην οριοθέτηση, την οργάνωση και την επικοινωνία,  οι θεραπευτικοί στόχοι και οι παρεμβάσεις των διαφορετικών ειδικοτήτων έχουν πάρα πολλά κοινά. Έτσι κάποιες φορές είναι καλύτερα για τους γονείς μικρών παιδιών να ξεκινήσουν με ένα πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης τύπου Portage, που θα τους βοηθήσει να κατανοήσουν στην πράξη τον τρόπο που οι ίδιοι θα κατορθώσουν να βοηθήσουν το παιδί τους. Είναι πιθανό να χρειαστεί παραπομπή και σε άλλες ειδικότητες και σε κάθε περίπτωση η συνεργασία των θεραπευτών διαφορετικών ειδικοτήτων μεταξύ τους είναι απαραίτητη. Ένας έμπειρος θεραπευτής μπορεί επίσης να συνδυάσει διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις, έτσι ώστε να έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει τα αποτελεσματικότερα στοιχεία της κάθε προσέγγισης.

Sunday, February 2, 2020

Ποια είναι η κατάλληλη στιγμή να συμβουλευτώ κάποιον για θέματα που αφορούν στην ανάπτυξη του παιδιού μου

Εάν ένας γονιός νιώσει πως το παιδί του δεν προχωράει όπως περίμενε, θα πρέπει να το διερευνήσει άμεσα.


Όλο και περισσότεροι γονείς ενημερώνονται από το διαδίκτυο, από βιβλία, από γιατρούς και εκπαιδευτικούς, για τα στάδια της ανάπτυξης των παιδιών και μπαίνουν στη διαδικασία να "βαθμολογούν" το παιδί τους σύμφωνα με αναπτυξιακές κλίμακες.

Αυτό που όμως πολλές φορές δεν λαμβάνουν υπόψη τους, είναι το δικό τους ένστικτο! Το ένστικτο των γονιών σε σχέση με τα παιδιά τους είναι 99% σωστό. 


Οι γονείς πρέπει να μοιραστούν τις ανησυχίες τους και να ρωτήσουν αρχικά τον παιδίατρο. Στη συνέχεια εάν ανησυχούν ακόμα, καλό θα ήταν να επισκεφτούν έναν αναπτυξιολόγο. Εάν νιώσουν πως χρειάζονται κάτι περισσότερο, τότε μπορούν να ρωτήσουν κάποιον παιδονευρόλογο ή παιδοψυχίατρο. Εάν το παιδί πηγαίνει σε βρεφονηπιακό σταθμό, οι γονείς καλό θα είναι να ρωτήσουν και τις δασκάλες, εάν εκείνες βλέπουν κάποιες δυσκολίες.

Η έγκαιρη διάγνωση και πρώιμη παρέμβαση είναι πολύ σημαντικά. Έγκαιρη θεωρείται η διάγνωση που γίνεται μέχρι την ηλικία των τεσσάρων ετών το αργότερο. Εάν υπάρχουν δυσκολίες, είναι σημαντικό να τις αντιμετωπίζουμε άμεσα, ή έστω να ξεκινάμε μια παρέμβαση πολύ πριν πάει το παιδί στο σχολείο. Η προσαρμογή στο σχολικό πλαίσιο είναι έτσι κι αλλιώς δύσκολη, πόσο μάλλον όταν υπάρχουν πρόσθετες δυσκολίες. Είναι πολύ πιο εύκολο να καλύψουμε τυχόν αναπτυξιακά κενά πριν μπούμε στο απαιτητικό περιβάλλον του σχολείου.


Για κάθε ηλικία υπάρχουν αναπτυξιακά ορόσημα τα οποία μας καθοδηγούν για το τι μπορούμε να περιμένουμε από τα παιδιά. Πέρα όμως από τα ορόσημα αυτά υπάρχει και η γενική εικόνα ενός παιδιού που πιθανόν δίνει την αίσθηση πως κάτι συμβαίνει, παρόλο που έχει κατορθώσει αυτά που περιμένουμε για την ηλικία του.

Με την αντίστροφη λογική δεν πανικοβαλλόμαστε εάν ένα παιδί δεν έχει κατακτήσει όλα τα ορόσημα και πάλι πρέπει να το κρίνουμε από τη συνολική του εικόνα. Κάποια παιδιά ίσως είναι πιο ανώριμα από άλλα σε ένα τομέα. Εδώ θα πρέπει πάλι ο γονιός να ακούσει το ένστικτό του!

Είναι χρήσιμο να θυμόμαστε ενδεικτικά κάποια ορόσημα που εάν κάποιο παιδί δεν έχει κατακτήσει, θα πρέπει με ψυχραιμία να παρατηρήσουμε τη συνολική του εικόνα και να απευθυνθούμε σε επαγγελματίες εάν έχουμε αμφιβολίες για την εξέλιξή του.

ñ  Εάν μέχρι 1 έτους

Δεν έχει μπουσουλήσει ή δεν στέκεται
Δεν κάνει ήχους

ñ  Εάν μέχρι 2 ετών

Δεν περπατάει
Δεν δείχνει να κατανοεί τη χρήση καθημερινών αντικειμένων
Δεν μιμείται ήχους ή πράξεις

ñ  Εάν μέχρι 3 ετών

Δεν παίζει με άλλα παιδιά
Δεν μουτζουρώνει
Η ομιλία του δεν είναι κατανοητή από ξένους
Αποφεύγει τη βλεμματική επαφή

ñ  Εάν μέχρι 4 ετών

Δεν απαντάει σε ερωτήσεις
Δεν μπορεί να διηγηθεί μια απλή ιστορία
Δεν έχει αρχίσει να αυτοεξυπηρετείται (ντύνεται, γδύνεται, πλένεται, τρώει, πηγαίνει στην τουαλέτα)

Σε οποιαδήποτε ηλικία ανησυχούμε εάν ένα παιδί δείχνει πως έχει χάσει ικανότητες από αυτές που είχε ήδη κατακτήσει (πχ σταματάει να μιλάει, να χαιρετάει, να επικοινωνεί κλπ)

Εάν μια επίσκεψη στον γιατρό οδηγήσει σε μια διάγνωση και συστηθεί κάποια παρέμβαση, συνεργαζόμαστε με τους θεραπευτές και δουλεύουμε πάνω στους στόχους που έχουμε από κοινού συμφωνήσει.

Προχωράμε μέρα με τη μέρα και δεν σκεφτόμαστε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση σε κάποιους μήνες ή σε κάποια χρόνια.



Πόσο σημαντικά είναι τα όρια στη συμπεριφορά των παιδιών;



Τα  ξεκάθαρα και λογικά όρια στη συμπεριφορά των παιδιών τα βοηθούν να γίνουν ανεξάρτητοι ενήλικες, που θα έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και ικανοποιητικές διαπροσωπικές και επαγγελματικές σχέσεις.


Για να επιτευχθεί αυτός  ο στόχος πρέπει τα παιδιά να νιώθουν ασφαλή από μικρά. Πρέπει να νιώθουν ότι έχουν κάποιον έλεγχο στο περιβάλλον τους, ότι η κάθε πράξη και η κάθε συμπεριφορά έχει μια ξεκάθαρη συνέπεια. Οι κανόνες που έχουν σχέση με τη συμπεριφορά, είναι ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που πρέπει να μάθουν τα παιδιά. Θα πρέπει να γνωρίζουν τι περιμένουν οι γύρω τους από αυτά και τι μπορούν να περιμένουν τα ίδια από τους άλλους.

Οι ενήλικες βέβαια πρέπει να διακρίνουν πότε χρειάζεται να δείξουν ελαστικότητα, μια και ειδικά στις στις ανθρώπινες σχέσεις δεν υπάρχει κανόνας χωρίς εξαιρέσεις. Για παράδειγμα εάν ένα παιδί είναι άρρωστο ή κουρασμένο, ή εάν βρίσκεται στην εφηβεία, ίσως χρειαστεί διαφορετική αντιμετώπιση. Όπως επίσης κάποιες φορές πρέπει να αγνοούνται οι αρνητικές συμπεριφορές, που έχουν ως μοναδικό στόχο να τραβήξουν την προσοχή!

Από την πρώτη κιόλας αναπνοή, το βρέφος καταλαβαίνει ότι υπάρχει μια κανονικότητα στο περιβάλλον και σιγά-σιγά διακρίνει πως κάθε πράξη ακολουθείται από μια συνέπεια. Αν αυτή η συνέπεια είναι επιθυμητή, τότε επαναλαμβάνεται η πράξη που την προκάλεσε. Εδώ λοιπόν μπαίνει ο ρόλος του ενήλικα που "αποφασίζει" ποιες πράξεις θα έχουν θετικές συνέπειες (ανταμοιβές, επιβραβεύσεις).  Έτσι οι πράξεις αυτές είναι πιθανό να επαναληφθούν και να παγιωθεί μια σωστή συμπεριφορά.

Πολλές φορές όμως άθελά τους  οι ενήλικες επιβραβεύουν μια συμπεριφορά που δεν είναι επιθυμητή, κάνοντάς την έτσι πολύ πιθανό να επαναληφθεί και έτσι να παγιωθεί μια αρνητική συμπεριφορά. Για παράδειγμα, όταν ένα παιδί απαιτεί κάτι φωνάζοντας και παρόλα αυτά του το δίνουν. Μπορεί ακόμα μια "αρνητική" συνέπεια να λειτουργήσει για κάποια παιδιά ως επιβράβευση, όπως για παράδειγμα ένα παιδί που δεν θέλει να παραμείνει στην τάξη και ενοχλεί σκόπιμα στο μάθημα, έτσι ώστε να το στείλουν στο γραφείο του διευθυντή, ενώ ο στόχος του ήταν ακριβώς αυτός, να φύγει δηλαδή από την τάξη!

Δεν υπάρχουν "έτοιμες" λύσεις και οι συμβουλές ποικίλλουν ανάλογα με την περίπτωση του παιδιού και τις συγκεκριμένες συνθήκες.

Σε κάθε περίπτωση όμως, ένας ενήλικας μπορεί:

ñ  Να αποφασίσει ποιες συμπεριφορές ενός παιδιού είναι επιθυμητές και ποιες πρέπει να αλλάξουν.

ñ  Να βρει ποια είναι τα πράγματα που το παιδί θέλει, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθούν στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς, ως επιβράβευση, ανταμοιβή.

ñ  Να διαμορφώσει τα "θέλω" του παιδιού, σε "δικαιώματα". Το παιδί ανάλογα με τη συμπεριφορά του κερδίζει ή χάνει δικαιώματα (για παράδειγμα, το παιχνίδι στον υπολογιστή, ή μια έξοδο κλπ). Δεν υπάρχει η έννοια της τιμωρίας. Πρέπει να υπάρχει διάλογος και να δίνονται εξηγήσεις από τους ενήλικες. Η επιβολή μιας αυστηρής τιμωρίας χωρίς διάλογο, μπορεί να σταματήσει στιγμιαία την αρνητική συμπεριφορά, αλλά δεν θα βοηθήσει ένα παιδί να μάθει ποια είναι η κατάλληλη συμπεριφορά. 

ñ  Όλα τα μέλη της οικογένειας θα πρέπει να δέχονται και να εφαρμόζουν τους ίδιους κανόνες. Τα παιδιά γίνονται εύκολα χειριστικά και εκμεταλλεύονται τους ελαστικούς ενήλικες.


Το παιδί μπορεί να καταλάβει από πολύ μικρό πως για κάθε πράξη υπάρχει μια συνέπεια, πως έχει δικαιώματα και υποχρεώσεις. Οι ίδιοι κανόνες που ισχύουν στο σπίτι, ισχύουν στις παρέες και στο σχολείο και αργότερα στη δουλειά. Εάν μάθει να τους εφαρμόζει θα είναι πολύ πιο συνεργάσιμο και ήρεμο μεγαλώνοντας. Ήρεμο γιατί θα νιώθει ασφάλεια, σε ένα προβλέψιμο περιβάλλον. Ένα περιβάλλον οριοθετημένο,   το οποίο όμως ταυτόχρονα μπορεί να διαμορφώσει με τις δικές του πράξεις.