Saturday, March 7, 2020

Μαθαίνοντας περισσότερες από μία γλώσσα



  1. Πώς αναπτύσσεται η ομιλία και ο λόγος ενός παιδιού, όταν τα μέλη της οικογένειας μιλούν διαφορετικές γλώσσες; 

Παράδειγμα 1ο

Ένα παιδί με γονείς που έχουν ως μητρική γλώσσα, ο ένας τα Αγγλικά και ο άλλος τα Ελληνικά, γεννιέται σε μια χώρα όπου μιλούν είτε Αγγλικά, είτε Ελληνικά. Μεταξύ τους οι γονείς μπορούν να μιλούν όποια από τις δύο γλώσσες θέλουν και θα συμφωνήσουν να τη χρησιμοποιούν στην μεταξύ τους επικοινωνία, αλλά και όταν βρίσκονται όλοι μαζί. Όμως όταν απευθύνονται στο παιδί πρέπει ο κάθε γονιός να μιλάει στη δική του μητρική γλώσσα. Το παιδί αυτό θα μεγαλώσει ως δίγλωσσο και αρχικά μπορεί να χρησιμοποιεί σωστά αλλά εναλλάξ λέξεις και από τις δύο γλώσσες ή να κάνει κάποια λάθη, όμως όσο περνάει ο καιρός και εάν δεν υπάρχουν άλλες δυσκολίες θα κατακτήσει και τις δύο γλώσσες εξίσου καλά. Οι περισσότεροι ειδικοί συνιστούν στους γονείς να απευθύνονται στο παιδί στη μητρική τους γλώσσα ακολουθώντας το "ένας γονέας-μία γλώσσα".


Παράδειγμα 2ο

Μια οικογένεια μεταναστεύει σε άλλη χώρα. Εδώ ισχύει το "ένα περιβάλλον-μία γλώσσα", έτσι ώστε η γλώσσα του σπιτιού/της οικογένειας είναι διαφορετική από αυτήν του περιβάλλοντος/σχολείου.   


Παράδειγμα 3ο

Ένα παιδί με γονείς που έχουν ως μητρική γλώσσα, ο ένας τα Αγγλικά και ο άλλος τα Ελληνικά, γεννιέται σε μια χώρα όπου μιλούν Ισπανικά. Μεταξύ τους οι γονείς μπορούν να μιλούν όποια γλώσσα θέλουν. Καλό θα είναι να συμφωνήσουν σε μία γλώσσα που θα χρησιμοποιούν. Όμως πρέπει ο κάθε γονιός να μιλάει στη δική του μητρική γλώσσα όταν απευθύνεται στο παιδί. Τα Ισπανικά θα τα μάθει μέσα από το σχολείο, την καθημερινότητα και τις επαφές με φίλους. Αυτό το παιδί ιδανικά και εάν δεν συντρέχουν άλλες δυσκολίες θα μάθει και τις τρεις γλώσσες το ίδιο καλά και θα είναι τρίγλωσσο. Δεν θα θεωρούνται ξένες γλώσσες αλλά μητρικές. Εάν βέβαια το παιδί δεν έχει γεννηθεί στην ξένη χώρα, αλλά εγκατασταθεί εκεί αργότερα, το πόσο γρήγορα θα μάθει την τρίτη γλώσσα θα εξαρτηθεί από την ηλικία του.

Ακόμα κι αν εμπλέκονται περισσότερες γλώσσες σε μια οικογένεια (άλλα μέλη που μιλούν άλλη γλώσσα, εγκατάσταση σε διαφορετικές χώρες κλπ), ο βασικός κανόνας του να απευθύνεται ο γονιός στη μητρική του γλώσσα όταν μιλά στο παιδί είναι πολύ σημαντικός. Αυτός ο κανόνας πρέπει να τηρείται τουλάχιστον μέχρι το παιδί να έχει πλήρως αναπτύξει τον λόγο και την ομιλία του. 

Παίζουν βέβαια ρόλο και άλλοι παράγοντες όπως το μορφωτικό επίπεδο των γονέων και ο χρόνος έκθεσης στην κάθε γλώσσα. Μπορεί κάποιες φορές να υπάρξει μικρή καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου, λόγω των πολλών γλωσσών, αλλά αυτό είναι απολύτως αναμενόμενο και φυσιολογικό.


  1. Όσον αφορά στην εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας, ποια είναι η ιδανική ηλικία;  


Παρόλο που δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτοι, καθώς η απάντηση (και) σε αυτήν την ερώτηση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, μπορούμε να πούμε με μια σχετική βεβαιότητα ότι το σωστότερο είναι να συνδυάσουμε το ξεκίνημα σε μικρή ηλικία και να συνεχίσουμε τα μαθήματα μέχρι τουλάχιστον το τέλος της εφηβείας.

Στις μέρες μας, η γνώση τουλάχιστον των Αγγλικών θεωρείται σχεδόν αυτονόητη. Λόγω της χρήσης του υπολογιστή και του διαδικτύου, οι περισσότεροι είμαστε αρκετά εξοικειωμένοι με τη συγκεκριμένη γλώσσα και είναι από τις πιο συνηθισμένες επιλογές δεύτερης γλώσσας στην Ελλάδα. Αφού κατακτήσουμε τις βάσεις στη δεύτερη γλώσσα, το να μάθουμε μια τρίτη ή και τέταρτη είναι πολύ πιο εύκολο.

Ας δούμε ποιους παράγοντες θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας σε σχέση με την εκμάθηση των ξένων γλωσσών.

Υπάρχουν έρευνες που υποστηρίζουν πως αν στόχος μας είναι η τέλεια προφορά, είναι καλύτερα να ξεκινήσουμε νωρίς (από 4-7 ετών). Ακούμε και μιμούμαστε καλύτερα, τολμάμε περισσότερο όσο πιο μικροί είμαστε, μαθαίνουμε σε άλλες συνθήκες, μέσα από παιχνίδια ή τραγούδια και οι μεγάλοι αποδέχονται πιο εύκολα τα λάθη μας, βοηθώντας μας έτσι να έχουμε αυτοπεποίθηση. Η ουσιαστική διαφορά, είναι πως μαθαίνοντας μια ξένη γλώσσα πριν τα επτά μας χρόνια, έχουμε πολλές περισσότερες πιθανότητες να κατακτήσουμε άπταιστη προφορά, ομιλία και κατανόηση του προφορικού και του γραπτού λόγου, ανεξάρτητα από το κατά πόσο γνωρίζουμε τη σωστή ορθογραφία, τους χρόνους των ρημάτων ή τους κανόνες του συντακτικού.

Άλλοι ερευνητές πιστεύουν ότι είναι καλύτερα να ξεκινήσουμε αργότερα (από 11 ετών και μετά) εφόσον έχουμε ήδη κατακτήσει και κατανοήσει τη δομή μιας γλώσσας. Κατανοούμε, μαθαίνουμε και εφαρμόζουμε τους κανόνες της γραμματικής καλύτερα και έτσι μαθαίνουμε σε βάθος τη γλώσσα.

Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία εκμάθησης μιας γλώσσας και για κάθε περίπτωση υπάρχουν διαφορετικοί μηχανισμοί εκμάθησης.

Ένας παράγοντας είναι τα κίνητρα. Για παράδειγμα οι έφηβοι ή οι ενήλικες συνειδητοποιούν τα οφέλη του να γνωρίζουν καλά μια ξένη γλώσσα, οπότε ίσως προσπαθούν περισσότερο από τα μικρά παιδιά.

Ακόμα ένας παράγοντας που παίζει ρόλο στην εκμάθηση μιας γλώσσας είναι και η ύπαρξη κάποιας μαθησιακής δυσκολίας ή δυσλεξίας. Εάν ένα παιδί δυσκολεύεται στα μαθήματα της ξένης γλώσσας, οι εκπαιδευτικοί μπορούν:

-να προτρέπουν το παιδί να ηχογραφήσει το μάθημα για να το ακούσει ξανά όσες φορές θέλει.

-να χρησιμοποιούν οπτικά βοηθήματα, παιχνίδια και τραγούδια.

-να μην πιέζουν το παιδί να μιλήσει, αλλά να το ενθαρρύνουν να μιλήσει όταν πιστεύουν πως ξέρει την απάντηση.

-να συζητούν τις άγνωστες λέξεις και την περίληψη ενός νέου κειμένου, πριν ζητήσουν από το παιδί να το διαβάσει.

-να εισαγάγουν νέες λέξεις και κανόνες σταδιακά.

-να κάνουν πολύ συχνές επαναλήψεις.

-να επιβραβεύουν το κάθε μικρό βήμα.

Σε κάθε περίπτωση όσο περισσότερα ερεθίσματα έχουμε στην ξένη γλώσσα που θέλουμε να μάθουμε τόσο περισσότερο θα βοηθηθούμε. Μπορούμε να διαβάσουμε εφημερίδες και περιοδικά ή ιστοσελίδες στο διαδίκτυο, να ακούμε ειδήσεις ή να βλέπουμε ταινίες χωρίς υπότιτλους, να ακούμε τραγούδια προσπαθώντας να καταλάβουμε και να μάθουμε τους στίχους! Ας χρησιμοποιήσουμε λοιπόν αυτές τις απλές τεχνικές ενισχύοντας τα παιδιά μας στην προσπάθειά τους να μάθουν μια ξένη γλώσσα!



No comments: